" Ι δ έ ε ς
"
Να πετάξω ; δε
βαριέσαι κι εδώ κάτω
όλοι ξέφρενα τα
πίνουν άσπρο πάτο
τα σκληρά του
μεροκάματου παιχνίδια
τι να σώσει άραγε
ένας ουρανός ;
Να βουλιάξω ; δε
βαριέσαι αν το κάνω
τότε ποιον θα
καταριέμαι από πάνω ;
χτες μου ήρθε κι
άλλο άκυρο στην μάπα
δεν προφταίνει τους
ανθρώπους ο Θεός
Να χυμήξω ; δε
βαριέσαι, η Ελλάδα,
μοιάζει ξέφρενη
ροντέο αγελάδα
που θυμώνει μες στα
ζόρια της και θέλει
να χτυπήσει τον λαό
της κεραυνός
Θα συνέλθει ; δε
βαριέσαι, έχει πάψει να ελπίζει
κάθε μέρα κι ένα
αύριο στραγγαλίζει
μπας και φέξει
κανενός καμιά ιδέα
και βρεθεί νέος
Μεσσίας, χορηγός..