Κυριακή 31 Αυγούστου 2014

« χωρίς εσένα »

« χωρίς εσένα »
 
καρφίτσωσα μια Παναγιά στο πέτο
στερνό μου διαβατήριο στον παράδεισο
μα ένοιωσα βαθιά πως είναι άνισο
να ταξιδέψω εκεί, χωρίς να σ`έχω

ασήμωσα στη βάρκα και τον Χάροντα
να κάνει το ταξίδι ονείρου βόλτα
και μέσα μου ψιθύριζα μια νότα
που`βγαινε απ`της ψυχής τα άδυτα

άγγιξα ένα αγιόκλημα στην πόρτα
έτσι όπως θα χάιδευα κι εσένα
του είπα λόγια αγάπης, λατρεμένα
ίδια που σου`λεγα στα χάδια μας τα πρώτα

μα πίστεψε με, όλα είναι γραμμένα
στον άλλο κόσμο πάμε μοναχοί μας
μετρά κι εκεί ακόμα η αντοχή μας

κι εγώ, με Παναγιά, χωρίς εσένα..

« κ α τ α ξ ί ω σ η »

« κ α τ α ξ ί ω σ η »
 
μέσα από έρωτες πολυσυζητημένους
καταξιώθηκε στην πιάτσα ως δανδής

μα εγώ, έφερνα πάντοτε στα μάτια μου
την κυρά Αριστέα
με τα πρησμένα δάχτυλα
τα φαγωμένα απ`το λουλάκι
και την αλισίβα

την κυρά Αριστέα
που αρίστευσε στις ξένες μπουγάδες
για να του αγοράζει
κοστούμια και μοσχοβολιές

αυτός καταξιώθηκε γόης
εκείνη απέκτησε καμπούρα
ώρες σκυμμένη πάνω στη σκάφη


ακόμη παραμένει αδιευκρίνιστο

γιος της ήταν ή αγαπητικός ;

« βουβή κραυγή »

« βουβή κραυγή »
 
ξεσπά η κραυγή με παντομίμα
λες κι είναι πρίμα μπαλαρίνα
ξεσπά η κραυγή και κυριεύει
μ`άναρθρο λόγο, που θεριεύει


πηδά η κραυγή από τα σπλάχνα
και δεν ακούγεται ούτε άχνα
μιλά για τ`άδικο, που λέμε
ψέγει τον πόνο μας και κλαίμε

ξεσπά η κραυγή και ξεσπαθώνει
ποιο τίμημα άραγε πληρώνει ;
από ψυχή που δεν αντέχει
για ένα αύριο, που δεν έχει

βουβή κραυγή σαν πεπρωμένο
ίδια μ`αγρίμι λαβωμένο
πονά, μα βγαίνει κι ας κομπιάζει
δεν το αντέχει να λουφάζει

κι εσύ τα βάζεις με τους νόμους
παίζεις με κλέφτες κι αστυνόμους
μάταια κραυγάζεις, είσαι αλήτης

"κραυγόδικος" και τρωγλοδύτης


« πονώ που δεν σε ξέρω »

« πονώ που δεν σε ξέρω »
 
ανοίγω πόρτες στη ζωή της λέω να περάσει
διάπλατα τα παράθυρα να μπει ο ουρανός
στέλνω γαλάζιες θάλασσες η αγάπη να κοπιάσει
να έρθει με τα κύματα που τάζει ο Θεός

μα`συ μακριά μου βρε ψυχή, δε θα τα καταφέρω
δεν υποφέρω όμως γι αυτό, πονώ που δεν σε ξέρω..

μετρώ τις ώρες της χαράς τα χρόνια μου να φεύγουν
κοιτώ και του καθρέφτη μου σαρδόνια χαμογέλια
πετώ φιλιά στο πέλαγο που την λαχτάρα θέλγουν
και στάζουνε στα χείλια μου της πεθυμιάς τα μέλια

δεν το αντέχω βρε ψυχή να είσαι πάντα νέα
ας γέρναγες με το κορμί κιμπάρικα κι ωραία


δεν το αντέχω να γερνώ και να πεθαίνεις νέα..

« Λ α τ έ ρ ν α »

« Λ α τ έ ρ ν α »
 
χτες το βράδυ μια λατέρνα κι ένα όνειρο
και στεντόρεια η φωνή του λατερνιάρη
σε σεντούκι της ζωής μου το υπόλοιπο
ξεγελάω τον καιρό τον φουκαριάρη

με σκηνές από ταινίες μου ασπρόμαυρες
σε καρέ καρέ γονάτισαν τα χρόνια
θεατρίνοι που περάσαν και χαθήκανε
στην ανάμνηση γυρεύουν τη συμπόνια

γάμο κάνουν στο κουτί χαμένα κέρματα
η παλάμη υποφέρει στο να δώσει
σπαρταρά η ευαισθησία μέσ`τα ψέμματα
όταν είναι η λογική να ασημώσει

κι εγώ στέκομαι χαμένη μέσα στ`όνειρο
στη στεντόρεια φωνή του λατερνιάρη
και ρεμβάζω στης καρδιάς μου το φιλότιμο

προσκυνώντας ένα χρόνο κατεργάρη..

« ά ρ ν η σ η »

Tribute to italian cinema by Simona Bianco
« ά ρ ν η σ η »
 
την αρνήθηκες τρεις, δε την γνώριζες είπες
και με νόημα έκλεισες μάτι
ύστερα έσκυψες τ` άδειο κεφάλι σου
δώδεκα έγραφε η ώρα και κάτι

το μαντήλι σου πήρε τα πρώτα
τα φτηνά των χειλιών κοκκινάδια
κι ένα ρίγος την πλάτη διαπέρασε
πολεμώντας να διώξει τα χάδια

το τσιγάρο ν` ανάψεις δε βιάστηκες
αλλωστ` έπιασε λίγο να βρέχει
τη ντροπή ποιος την βρήκε που έχασε
αλλά η τσίπα σου χάσκει ως έχει

την αρνήθηκες τρεις, δε την γνώριζες είπες
μήπως μείνει απάνω σου η στάμπα
μα λεκές ματωμένος τα χούγια σου

δε ξεπλένεται ούτε στο τζάμπα..

« σ' αγαπώ »

« σ' αγαπώ »
 
σ`αγαπώ και ματώνει η ψυχή μου
να`ταν θα`θελα Θεέ μου
να μπω στο μυαλό σου
και να γίνω το άλλο δικό σου
να νηστέψω και την αντοχή μου

σ`αγαπώ και τα χέρια μου τρέμουν
δεν τολμώ στοργικά να χαιδέψω
κάτι άτακτες μπούκλες
στο πλατύ μέτωπο σου
τις κοιτώ και τα μάτια μου υγραίνουν

σ`αγαπώ δεν ορίζω αλήθεια το πόσο
κι ό τι πω ίσως να`ναι και ψέμα
στης τυφλής πεθυμιάς
το βωμό θα ενδώσω

κι ένα δείλι θα κάψω για σένα, εμένα..


" ευλογημένη Κόλαση "


" ευλογημένη Κόλαση "

επέμενε να μένει ντυμένος
κι εγώ τον χάζευα

μετά έβγαλε τσιγάρο
τα μάτια μου καρφώθηκαν
στα δάχτυλα του

μακριά και καλοπλασμένα
όχι ιδιαίτερα λεπτά
αλλά με νύχια σαν αμύγδαλα

με μαστοριά το άναψε
βάζοντας προστασία στη φωτιά
το άλλο χέρι

με κάρφωσε στα μάτια
και τράβηξε μέσα τον καπνό
σα να με έπινε

θα`θελα να`μουν το τσιγάρο του
τόσο, μα τόσο πολύ
να με ρουφά και να μη σώνομαι

να του μαυρίζω ασύστολα τα πνεμόνια
και να με θέλει όλο και χειρότερα
ναι χειρότερα..

ευλογημένη Κόλαση !

πόσο τον θέλω..

κι ύστερα είπε κάτι σε μπάσα
και μ`έλιωσε..

"έλα, θέλω να σε δω
όπως σε γέννησε

η μάνα σου"


« Μ π λ ε »

« Μ π λ ε »
 
κι αν το μπλε των ματιών σου
στο`χα πει πως κι αυτό με διχάζει
μία θάλασσα βλέμμα πως μπορώ
να αντέξω ακόμα ;
να με βρέχει με δάκρυα
να θολώνει σε κάθε σου νεύμα
κι ένας λόγος γλυκός
της ψυχής σου τα σπάνια κοράλλια

σε κοιτώ σε κοιτώ
και προσεύχομαι να πεις και πάλι
όλα όσα μου έχεις κρυφά
τρυφερά φυλαγμένα
στο δικό σου ποθώ για να βγω
της καρδιάς ακρογιάλι
λίγα σπίρτα φωτιά να καώ

και να κάψω και σένα..

« Α δ ι ά β α σ τ ο »

« Α δ ι ά β α σ τ ο »
 
αλλού εσύ, αλλού εγώ
σ`άλλο βαγόνι και οι δυο
τα γράμματα αράδα
αποστολέας ο κανείς
τι θα`δινες για να με δεις
έστω για μια βαρκάδα

σε βάρκα εσύ, κολύμπι εγώ
άνιση πάλη στο νερό
κουπί ξεκουρντισμένο
να σε προφτάσω δεν μπορώ
δεν έχω σύμμαχο καιρό
και βαρια-ανασαίνω

γι`αυτό σε διώχνω επειδή
έπαψα να`μαι το παιδί
και να με ξεγελάνε
είμαι γυναίκα στο`χα πει
και ψάχνω χέρια και ψυχή

στον πάτο να με πάνε..

" Σάββατο "

" Σάββατο "

για ένα Σάββατο ζω
δεν έχει σημασία η μερομηνιά
η εποχή, ο χρόνος
μέσα στις λαϊκές μπερδεύτηκα
να ψάχνω ν`αγοράσω
ένα Σάββατο, ένα σάβανο
για να κηδέψω τη ζωή μου

μου κλέψανε τις Κυριακές
μου πήραν τις Δευτέρες
και τραγανίζουν λαίμαργα
και Τρίτες και Τετάρτες
οι Πέμπτες δεν παλεύονται
Παρασκευές πεθαίνω
και μου`μεινε ένα Σάββατο

για να λουστώ το φως μου..


« μ ο ι ρ α ί α »

« μ ο ι ρ α ί α »
 
υποφέρουν τα ποιήματα
τα διαβάζουν οι άνθρωποι
και τα ξεχνούν
κανείς δεν τα θυμάται
στέκονται με τις ώρες ακίνητα
με το παράπονο στη ρίμα
σαν τους ζητιάνους
επαιτούν
διαβάστε μας

κουρασμένα μάτια
τα προσπερνούν
έχει τόσα βάσανα η ζωή
που καιρός για ποιήματα

κοντοστέκεται το βλέμμα
για λίγο, για πολύ λίγο
μια ανάγνωση φτάνει
και μετά η λησμονιά

μόνο κάτι σκόρπια στιχάκια
που άγιο χέρι τα μέλωσε
έρχονται ώρες μοναξιάς
να γλυκάνουν τα χείλη
να σκορπίσουν
ευλογία

μόνο αυτά
παίρνουν το αίμα πίσω
για όλα τα ποιήματα

του Κόσμου..

« διαδικτυακά νταραβέρια »

« διαδικτυακά νταραβέρια »
 
μεθόδευσες την διαφυγή σου, τι κι αν σε πίστεψε αυτή
ξόδεψες λίγο απ`τη ζωή σου σε μια λαθραία παραμονή
κι ύστερα άρχισε ταξίδι μέσα στο εντός σου μακρινό
γίνηκαν τα φιλιά σου ξύδι μα τα`πινε έτσι, για νερό

στο βάθρο η ματαιοδοξία ! πήρες επάξια το χρυσό
και κάρφωσες την προδοσία, στο άλλο πέτο, το μισό
βουβή παρέλαση ο πόνος μέσ`στου μυαλού της τις ρωγμές
ποτέ μαζί, μα πάντα μόνος, να παίζεις με υπεκφυγές

τρελή, το παραλήρημα σου στα ξεχασμένα του Αττίκ
κοίτα να`ρθεις στα συγκαλά σου μη σου κολλήσει κάνα τικ
αυτοσαρκάζεσαι η νομίζω ; ψάχνεις να βρεις τι έχεις χάσει ;
" εν όσο ζω θε να ελπίζω, ποτέ δεν έπαιξα 'Θανάση' "

παραλογίζεσαι μου φαίν`ται, ποιος σου μιλάει για χαρτιά
εσύ σορόκο, αυτός πουνέντε, ποιος έχασε την ανθρωπιά ;
"η ανθρωπιά έχει πετάξει φτηνά τη γλίτωσα δε λες !
παίχτηκε η τελευταία πράξη δε θέλω άλλες συμβουλές"


[με την αλήθεια μη τα βάζεις, του διαδικτύου σάπιο φρούτο !

πεσκέσι απ`το 'κονσερβοκούτι' κι εσύ δεν έπαθες σκορβούτο]

« ε π ί σ κ ε ψ η »

vincent van gogh
« ε π ί σ κ ε ψ η »

πετώ με μιας τα άνθη από το βάζο
αμάραντα, στο μωβ με κιτρινάκι
ξεπλένω και με φρέσκα το αλλάζω
πως τρέμω, να μη σπάσω ένα κλαράκι

κινήσεις λιγοστές και μετρημένες
το ρίγος διαπερνά γλυκά, σαν χάδι
οι ώρες που περνούν βασανισμένες
"μιζέρια, να σου κλέβουνε το λάδι"

αρχίζω ξαφνικά λίγα μασάλια
"πάντοτε σου αρέσαν τα λουλούδια"
σε βλέπω, με κοιτάς μέσα στα χάλια
μας ξέχασες κι εσύ και τα τραγούδια

ανάβω ένα μαύρο καρβουνάκι
αυτή η μυρωδιά με αρρωσταίνει
ζητάς λίγη φωτιά, το καντηλάκι..
δε δίνεις άλλο δυάρα ποιος πεθαίνει

κατάργησες τα όμορφα γεφύρια
ο "κρίκος" ξεπουλά μιαν αλυσίδα
μου λες κράτα σφιχτά τα παραθύρια
"εσύ`σαι 'πια' φεγγάρι κι ηλιαχτίδα"

κι εγώ αναριγώ και ψάχνω σάλι
"μανούλα, αύριο έχω κομμωτήριο
να φέρω και το λάδι απ`τον μπακάλη

την Πέμπτη, στις εφτά, στο κοιμητήριο"

« σαν Μπιμπελό »

Αμανέ Σκιά ή με αφορμή το Ρεμπέτικο~186925-253-1(1)

« σαν Μπιμπελό »
 
σώπασα δια παντός
και μέσα στις γιορτές
και μέσα στις ντροπές
και μέσα στα τραγούδια

απόθεσε με μπιμπελό
στο λαβομάνο το παλιό
-ίσως εκεί και να χωρώ-
δίπλα σε κάρτες με ευχές
και με λουλούδια

σώπασα δια παντός
σαν ουρανός που στέρεψε να βρέχει
σαν αετός που πια φωλιά δεν έχει
σαν τη σκιά που ψάχνει αφεντικό
σαν κάποιον που του πήρανε
όλο το μερτικό

δεν έχει νόημα να μιλώ
η να γυρνώ την πλάτη
με σημαδεύεις στα τυφλά
με έμαθες να μη γελώ
και να ξοδεύω κουτουρού

στο φαγητό τ`αλάτι..

« φίλε μου »

« φίλε μου »

 τους τοίχους μπογιαντίζαμε με σπρέι χρωματιστά και χτίζαμε δυο όνειρα με δανεικό τσιγάρο φουρτούνιαζε

το βλέμμα μας με βλέφαρα κλειστά και λέγαμε απ`τα ζόρια μας και το Χριστό φαντάρο

φίλε μου γιατί πρόδωσες της νιότης τα γενναία στα δυο κλεφτά φουμέρναμε και κλαίγαμε παρέα

δειλά δειλά στριμώχναμε στην τσέπη το μαυράκι πάντα μια ζούλα βρίσκαμε την λέγαμε τεκέ ξελιγωμένη απαραδιά να

ζεσταθεί λιγάκι να ζαλιστεί απ`τη γλύκα του να νιώσει κυριλέ

φίλε μου γιατί πούλησες της νιότης τα ωραία μας τυραννούσε ο έρωτας και κλαίγαμε παρέα

γονάτισε η μνήμη μου φίλε σ`αυτό το τότε
κουράστηκε να σε ζητά σε διαδρομές κοινές
τώρα το σπρέι ασπρόμαυρο μπερδεύεται στο πότε
κι ένας καθρέφτης φουκαράς μου απαντά, ποτές


« Ζ ή σ ε »

« Ζ ή σ ε »
 
ένα φεγγάρι είν`η ζωή
κι εκείνα τα δυο μάτια σου
καθρέφτης μα και φυλακή
σ`ανάσα μακροβούτι
ένα φεγγάρι είν`η ζωή
το ντέρτι από ούτι
κι αν κρεμαστώ στα κάγκελα
ίσως σε δω να φεύγεις
κι αν αφεθώ στη μοίρα μου
σίγουρα θα σε χάσω

ένα τραγούδι είν`η ζωή
ο στόχος από βόλι
κι αν σε πετύχει χάνεσαι
και αν σε βρει, σε παίρνει


ένα μεθύσι είν`η ζωή..


« Ροζ κιμονό »

Rita Senger July, 1920 for Vogue
« Ροζ κιμονό »


ροζ κιμονό ξεδιάντροπο και μέσα η αμαρτία
χαμένη η ασιάτισσα εσένανε κοιτά
χαϊδεύει το στηθάκι της με ψεύτικη λαγνεία
μα να τελειώνει γρήγορα ενδόμυχα διψά

μπλε κιμονό ζημιάρικο και σου φωνάζει έλα
χαμόγελο αμήχανο για χάδια λαχταρά
όχι δικά σου φουκαρά μα`κείνα της μητέρας
που`σφαξε το χαμόγελο για να`χει τον παρά

φούξια καπούλια φάνηκαν στο βρώμικο σοκάκι
και μία τσίχλα έσκασε και κόλλησε στη μύτη
ο μπάτσος ήρθε κι άστραψε και χάρισε ένα αστράκι
έπαθλο για "επίδοση" από νταβά κοπρίτη

κι εσύ μιλάς για τουρισμό και τρέχουνε τα σάλια
τυφλώνοντας τη μνήμη σου άλλο να μη θρηνεί
έναν σακάτη ανδρισμό και μια λαμέ βεντάλια

που βύζαξε τον έρωτα με ψεύτικη ηδονή..

Σάββατο 30 Αυγούστου 2014

" κ α ρ μ π ό ν "

" κ α ρ μ π ό ν "

πάρτε με δίχως έλεος
φιλήστε με, ξεχάστε με
κι εκεί στα βράχια
την καρδιά μου
τυραννήστε
και πετάξτε με

πάρτε και τα γράμματα
αυτά που ταχυδρόμησα
ένα χρόνο τώρα
ρεζίλι των σκυλιών
και την ψυχή μου
καρατόμησα

αφήστε μόνο το καρμπόν
που πάνω του με κλάματα
χάραξα έναν έρωτα
και μια μουτζούρα
πα στα δάχτυλα

χαράματα..


Τσιρκολάνος (knife thrower)

Τσιρκολάνος (knife thrower)
 
εσένα επέλεξα από τα σκόρπια ταίρια μου
συνειδητά για να μου ρίξεις τα λεπίδια σου
είμαι το σώμα κι είσαι τα μαχαίρια μου
είσαι το πνεύμα κι είμαι τα ταξίδια σου

έφτασα κάπου στης παράνοιας τα όρια
πάνω μου κρέμεται μονίμως ένας βρόχος
τι ξεχωρίζει δε μου λες έναν αυτόχειρα
μια κι είναι πάντα ο επίδοξος ο στόχος

και συμμερίζομαι ένα ξέφρενο διάβημα
να κατακτήσεις με την τέχνη το κορμί μου
μένω ασάλευτη στου πόνου το ξεφάντωμα
τρέμω μη λάχει και αγγίξεις την ψυχή μου

έτσι πως μ`έχεις μαριονέτα και σημάδι σου
έτσι πως θες να μ`αποφύγεις από σπόντα
νιώθω τ`ατσάλι, θεϊκό που`ναι το χάδι σου
και σπαρταρώ από ηδονή όπως και πρώτα

κι αν αποτύχει στην πορεία τ`αυτονόητο
κι αν κάνει λάθος στο ταξίδι το μαχαίρι σου
πάρε καρδιά, με ένα βλέμμα αμετανόητο

αρκεί να ξέρω πως πεθαίνω απ`το χέρι σου..


« εις μνήμην »

« εις μνήμην »
 
πάλι μια δάφνη μάδησα να κρύψω τα φιλιά σου
ένα δεντρί το γύμνωσα, σκέπασα την αγάπη
δεν είσαι πια χαμόγελο να μπω στην αγκαλιά σου
είσαι η ελπίδα που πονά, μα πάλι σιγολάμπει

αετέ μου που σκοτώθηκες από αδελφού το χέρι
που σου`κοψαν τον πόθο σου στης νιότης το στρατί
προσμένω το φθινόπωρο να λάμψεις σαν αστέρι
να`ρθεις βροχή περαστική που φέρνει η αστραπή

κάθε χρονιά που καρτερώ, χάνεται στους χειμώνες
κι ένας Νοέμβρης σκυθρωπός σου στέλνει τη θωριά του
δεν φτάνουν παλικάρι μου δάφνες και ανεμώνες

ούτε το αίμα του ενός, για ν`αντρωθεί η σκιά του..


Μη χάσετε !

Μη χάσετε !

τι είχαμε, για να χάσουμε ;
θα μου πεις εξαρτάται από πολλά..

μια ευνουχισμένη παιδική χαρά πωλείται
σε τιμή άκρως συμφέρουσα !
χωρίς μικρούς βανδάλους να σου ζαλίζουν το κεφάλι

άιντε μπες μέσα και αλώνισε την, όλη δική σου
μην αναρωτιέσαι φίλε, δεν μπορείς πια να παίξεις
γιατί όταν έπαιζες εσύ στις σκονογειτονιές
δεν είχαν εφευρεθεί οι παιδικές χαρές

όσο σε παίρνει ακόμα η καλοκαιρία
βάλε πέδιλα και στρώσου σταυροπόδι να χαρείς
την ευημερία και την μοναξιά σου

χάζεψε την ομορφιά του άδειου
τα βρώμικα πλακάκια με τα μπατιρότσοφλα
και τις ξεραμένες τσίχλες

ίσως φωτίσει την υπόθεση ο ψευδομάρτυρας ήλιος

Μη χάσετε !

πάντα οι εύηχες λέξεις ξεπουλούν παιδικές χαρές
εφηβικό μέλλον και ό τι άλλο φέρει η ώρα
στοχεύοντας στο πετυχημένο απόλυτο..


τελικά φίλε ξέρεις να σκαρώνεις απάτες..

Παρασκευή 29 Αυγούστου 2014

« π ε θ υ μ ι ά »

perfume
« π ε θ υ μ ι ά »
 
έλα ξανά μελαχρινέ άγγελε μου, έλα ξανά
το παραμύθι δεν τελείωσε ακριβέ μου, έλα ξανά
καπάρωσε την πρώτη θέση σου γι απόψε
μέσ`το κατάστρωμα μιας ώριμης καρδιάς
πάρε την τράπουλα και πρώτος εσύ κόψε
παίξε μαζί της όπως τότε, αν τολμάς

πάλι ξανά μελαχρινέ άγγελε μου, πάλι ξανά
πιες μια σταγόνα θύμησες καλέ μου, πάλι ξανά
και δέσε με τα δάχτυλα στο στήθος παλαμάρι
πάνω σε τέρμινα οκτώ
να δω ποιος κύκλος απ`τους δυο θε να με πάρει
όταν στα μπράτσα σου ξανά θα κρεμαστώ

και χάραξε με, θέλω τόσο άγγελε μου, χάραξε με
διπλό μονόγραμμα, φτηνό τατού
έτσι, να μείνω πάνω σου αραγμένη
εκεί που σκάει η ηδονή, σαν πασπαρτού
κι ύστερα κέρνα την απόφαση που πήρες και δε γυρνά
χείλη με χείλη που η ελπίδα τα πληγώνει και τα γερνά..



Χανιώτη Χαλκιδικής 14-7-2010


"κι εγώ σ`αγαπώ και το ξέρεις"


odalisque-half-length-the-tatoo-1923
κι εγώ σ`αγαπώ και το ξέρεις..

δεν του το είπα, μα το σκέφτηκα
δεν θα του το έλεγα ξανά

απόφαση..

τον είχα πνίξει με τα τερτίπια μου


ποτέ δεν είχαμε βρεθεί
δεν το τολμούσα
εγώ
εκείνος

ίσως να ντρέπονταν η μια ηλικία την άλλη
όταν όλα είναι αντίξοα
κουράζονται οι αποστάσεις

κι όμως, στην ουσία το τόλμησα πρώτη
μου βγήκε αυθόρμητα
χωρίς να το ελέγξω
χωρίς να..

μπορεί να σμίγαμε κάποτε
αν συνέβαινε κοσμογονία
μα τώρα όλα κυλούν
στην σιγουριά της άγνοιας

κι εγώ σ`αγαπώ και το ξέρεις..

χτες το βράδυ βγήκα τρελαμένη
μ`ένα σπρέι-ντελάλη στο χέρι

σήμερα θα καταδικαστώ
από τους περίοικους


εις θάνατον..

« Κ α σ σ ι α ν ή »

« Κασσιανή »
 
με σκυμμένο το κεφάλι και σβηστά όλα τα φώτα
την ευλάβεια να παίρνει κάθε σκήπτρο επί γης
χρυσό μήλο να προβάλλει, το κορμί ν`αλλάζει ρότα
και η απόφαση προστάζει, δεν είναι της Κασσιανής !

"Κύριε, τις αμαρτίες τις πετώ απ` το κορμί μου
και το σώμα σου θ`αλείψω αγάπη και μυρωδικά
με τα δάκρυα θα σε πλύνω που αναβλύζουν στην ψυχή μου
και τα άχραντα σου πόδια θα σφουγγίσω με μαλλιά"

"Πάρ`το μήλο βασιλιά μου, δώσε το σε κάποια άλλη
εγώ θέλω μόνο αγάπη και την γνώμη μου να λέω !
και τα 'κρείτω' της γυναίκας κλείνει μέσα μια αγκάλη
είμαι δίπλα στο Θεό μου και γι αυτόν μονάχα κλαίω"

άλλαξε το μήλο χέρι, στα αισθήματα σεισμός
και του σερνικού τον πόθο, μάτωσε ο εγωισμός
άλλη αγάπησαν τα μάτια -όσο ακόμα κι αν θα ζούσε-

σ`άλλη έδωσε το μήλο, μα γι αυτή η καρδιά χτυπούσε..

« Θ α υ μ α σ μ ό ς »

« Θαυμασμός »
 
συνήθως αγαπάμε ο τι θαυμάζουμε
αυτό επικρατεί μέσα στις σχέσεις
λατρεύουμε, στα ουράνια ανεβάζουμε
και πάντα "πάγιες" έχουμε τις θέσεις

εγώ όμως δεν είχα τέτοια κίνητρα
σ’αγάπησα χωρίς να σε γνωρίσω
και θύμωσα γι`αυτά μου τα αισθήματα
μα πως χωρίς εσένανε θα ζήσω ;

πολλοί ο τι αγαπάμε το ζηλεύουμε
και λέμε ποταπό είναι συναίσθημα
μα έλα που δε γίνεται να ελέγξουμε
τα μύχια της ψυχής μας πάνω στο αίσθημα

έτσι και γω σε ζήλεψα παράφορα
και το μυστήριο, χωρίς να σε γνωρίσω
τρελάθηκα μ`αυτό μου το κατάντημα
και ορκίστηκα να μη σε συναντήσω

στρατηγική κίνηση έκανα και σ`έδιωξα
άραγε ζύγισα σωστά μια απόφαση μου ;
με ένα "ματ" πέταξα έξω την εικόνα σου

κι ύστερα έκαψα τον υπολογιστή μου..